Σελίδες

Μονοπάτια άρρητων ρημάτων.

Νοτίσανε οι λέξεις

στον όρμο της μεγάλης μας άρνησης.

Εκεί που τα χέρια τέλειωναν στο πουθενά

εκεί που όνειρα και επιθυμίες

βούλιαξαν σ’ένα ποτήρι αψέντι.

Και οι λέξεις γίνανε λάβα

τέφρα ηφαιστείου

κουρανιαχτός και αμμοκονίαμα.

Οι μνήμες σαλάγιζαν

τα κουρασμένα μας όνειρα

σερνιάνι στον κόσμο

στα μονοπάτια άρρητων ρημάτων.

Γίναμε ονειροπόλοι της φυγής

εκεί που οι ενοχές πονάνε

και η εξιλέωση αργεί να ρθεί.

Σε είδα, τη στιγμή του ολέθρου

να τρέχεις 

ψάχνοντας την Ανάστασή σου.